-
1 ασήμαντα
-
2 ἀσήμαντα
-
3 σημαίνω
σημαίνω, Il.10.58, etc.; [full] σᾱμαίνω, Schwyzer686.23 ([place name] Pamphylia): [dialect] Ion. [tense] impf.Aσημαίνεσκον Q.S.4.193
: [tense] fut. , Th.6.20, [dialect] Ion.- ᾰνέω Od.12.26
, Hdt.1.75: [tense] aor. ἐσήμηνα ib.43, Th.5.71, [dialect] Ep.σήμηνα Il.23.358
; but in codd. of X. (HG1.1.2, al.) and later writers (Str.13.3.6, Act.Ap.25.27, Polyaen.1.41.3, Arr.An.1.6.2) ἐσήμᾱνα, and so in Mitteis Chr.29.8 (ii B.C.): [tense] pf.σεσήμαγκα Aristobul.
ap. Eus. PE13.12, Arr.Epict.3.26.29:—[voice] Med., [tense] fut. σημᾰνοῦμαι, [dialect] Ion.- έομαι Hp. Prog.3
, etc.: [tense] aor.ἐσημηνάμην Il.7.175
, etc.:—[voice] Pass., [tense] fut.σημανθήσομαι S.E.M.8.267
, ([etym.] ἐπι-) E. Ion 1593: [tense] fut. [voice] Med. in pass. sense, Hp. Int.44: [tense] aor.ἐσημάνθην D.47.16
: [tense] pf.σεσήμασμαι Hdt.2.39
, Lys.32.7, Pl.Lg. 954a, etc.; [ per.] 3sg.σεσήμανται Hdt.2.125
, inf.σεσημάνθαι Ar. Lys. 1196
: ([etym.] σῆμα):—show by a sign, indicate, point out,τέρματα Il.23.358
;δείξω ὁδὸν ἠδὲ ἕκαστα σημανέω Od.12.26
; τοῦτον σημήνας after indicating the person, Hdt.1.5; ;θησαύρισμα S.Ph. 37
;σ. τι περί τινος Pl.Lg. 682a
;σ. ὅ τι χρὴ ποιεῖν X.Ap.12
; σ. εὔδια πάντα (sc. εἶναι) Theoc.22.22:—[voice] Med., πάντα σημαίνει you have all things shown you (?), Epigr.Gr.1039.11 ([place name] Limyra).2 abs., give signs, φθόγγος, φῶς ς., A.Supp. 245, Ag. 293;ὁ λόγος σημαινέτω S.Tr. 345
; σ. καπνῷ make signal, A.Ag. 497: freq. in E. in [tense] fut. withαὐτός, πλοῦς αὐτὸς σημανεῖ Hel. 151
;τὸ δ' ἔργον αὐτὸ σημανεῖ Andr. 265
; αὐτὸ σημανεῖ (without Subst.) Ph. 623; .3 of the Delphic oracle,οὔτε λέγει οὔτε κρύπτει ἀλλὰ σημαίνει Heraclit.93
; so of omens, X.Mem.1.1.2, etc.;σ. ἐν τοῖς ἱεροῖς Id.An.6.1.31
;περί τινος Id.Mem.1.1.19
;ἐπὶ τοῖς μέλλουσι γενήσεσθαι Th.2.8
;πρὸ τῶν μελλόντων X.HG5.4.17
:—[voice] Pass.,σημαίνεσθαι διὰ τῶν ἐμπύρων Plu.2.222f
, etc.4 in later Prose intr., appear, be manifest, Arist.HA 533a11 (but [voice] Pass. in same sense, ib. 588b18);σ. ἐκ τῶν εἰρημένων Pl.Epin. 989a
; cf.δηλόω 11
.b σημαίνει impers., signs appear, Arist.Pr. 941b2, 944a4.II give a sign or signal to do a thing, or bid one do it, c. dat. pers. et inf., Hdt.1.116, 6.78, A.Ag.26, S.Aj. 688, X.An.6.1.24; give orders to, bear command over, c. dat.,πᾶσι δὲ σημαίνειν Il.1.289
, cf. 10.58, 17.250; c. gen.,στρατοῦ Il.14.85
; alsoσ. ἐπὶ δμῳῇσι γυναιξίν Od.22.427
: abs., give orders,ὁ δὲ σημαίνων ἐπέτελλεν Il.21.445
, cf. Od.22.450: in part., σημαίνων,= σημάντωρ, S.OC 704 codd.2 in war or battle, give the signal of attack, etc., Th.2.84, etc.; in full,σ. τῇ σάλπιγγι And.1.45
, X.An. 4.2.1, Achae.37.3;σ. τῷ κέρατι ὡς ἀναπαύεσθαι X.An.2.2.4
: c. acc., σ. ἀναχώρησιν give a signal for retreat, Th.5.10;ἐπειδὰν ὁ σαλπιγκτὴς σημήνῃ τὸ πολεμικόν X.An.4.3.29
, cf. 4.3.32;τὸ ἀνακλητικόν Plu.2.236e
: c. inf., X.Cyr.1.4.18, etc.: impers. σημαίνει (sc. ὁ σαλπιγκτής), signal is given, as τοῖσι Ἕλλησι ὡς ἐσήμηνε when signal was given for the Greeks to attack, Hdt.8.11: c. inf., ἐσήμαινε παραρτέεσθαι πάντα signal was given to make all ready, Id.9.42, cf. E.Heracl. 830; also σ. ἐπὶ πλόον πῦρ gives the signal for sailing, Tryph.145.3 generally, σ. [τῷ ἵππῳ] τι, προχωρεῖν σ. τῷ ἵππῳ, X.Eq.9.4, 7.10.4 make signals,εἰς τὴν πόλιν Id.HG6.2.33
; σ. ὡς πολεμίων ἐπιόντων ib.7.2.5:—[voice] Pass., ἐσημάνθησαν προσπλέουσαι ib.6.2.34: abs.,σημανθέντων τῷ Ἀστυάγει ὅτι.. Id.Cyr.1.4.18
.III signify, indicate, declare, ;τινί τι Hdt.7.18
, 9.49, S.OT 226: folld. by ὡς.. , Hdt.1.34; by ὅτι.. , S.OC 320, Pl.Phd. 62c;σ. ὅστις A.Pr. 618
; σ. ὅ τι χρή σοι συμπράσσειν ib. 297 (anap.); σ. ὅπῃ γῆς πεπλάνημαι ib. 564 (anap.);σ. ὅπου.. S.El. 1294
;σ. ὅτου τ' εἶ χὠπόθεν Id.Fr. 104
;σ. εἴτε.. Id.Ph.22
;σ. ποίῳ θανάτῳ.. Ev.Jo.12.33
, 21.19: c. part., signify that a thing is,φρυκτοῦ φῶς.. σημαίνει μολόν A.Ag. 293
; , cf. OC 1669; , cf. 722e:—[voice] Pass., ὁ σημαινόμενος δοῦλος the abovementioned slave, POxy.283.12 (i A.D.): abs., it having been reported,PAmh.
2.31.8 (ii B.C.), cf. supr. 11.4.2 interpret, explain, Hdt.1.108; tell, speak, Id.3.106: abs., σήμαινε tell, S.OC51, cf.OT 1050;οὐ στηλῶν μόνον σ. ἐπιγραφή Th.2.43
.3 of a writer, signify, indicate,ὅτι.. Str.8.6.5
; of words, sentences, etc., signify, mean,ταὐτὸν σημαίνει Pl.Cra. 393a
, cf. 437c, Phdr. 275d, Arist.Ph. 213b30, etc.; σημαίνοντα significant sounds, opp. ἄσημα, Id.Po. 1457a32sq.:—[voice] Pass., τὸ σημαινόμενον the sense, meaning of words, Id.Rh. 1405b8, D.H.Th.31, A.D.Pron.12.27, al.; opp. τὸ σημαῖνον, Chrysipp.Stoic.2.38(pl.).B [voice] Med. σημαίνομαι, give oneself a token, i.e. conclude from signs, conjecture,τὰ μὲν σημαίνομαι, τὰ δ' ἐκπέπληγμαι S.Aj.32
; ἄστροις σ. [τὰς πόλεις], prov. in Ael.NA7.48; σ. τι ἔκ τινος ib.2.7; of dogs hunting,μυξωτῆρσι σ. τι Opp.C.1.454
.II provide with a sign or mark, seal, σημαίνεσθαι βύβλῳ (sc. βοῦν), i.e. by sealing a strip of byblus round his horn, Hdt.2.38, cf. Pl.Lg. 954c, X.Cyr.8.2.17, Is. 7.1,2, Hyp.Ath.8:—[voice] Pass., εὖ σεσημάνθαι to be well sealed up, Ar.Lys. 1196; τὰ σεσημασμένα, opp. τὰ ἀσήμαντα, Pl.Lg. 954a, cf. Lys.32.7, D.39.17, Ath.Mitt.7.368.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > σημαίνω
-
4 ἀσφράγιστος
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀσφράγιστος
-
5 ἐνυπνιώδης
ἐνυπν-ιώδης, ες,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐνυπνιώδης
См. также в других словарях:
ἀσήμαντα — ἀσήμαντος without leader neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μικρολογία — η (Α μικρολογία και σμικρολογία) [μικρολόγος] 1. το να μιλάει ή να ασχολείται κανείς με ασήμαντα πράγματα, ανόητη φλυαρία 2. η ενασχόληση με ασήμαντες λεπτομέρειες 3. σχολαστικότητα αρχ. 1. μικροπρέπεια 2. το να υποβιβάζει κανείς κάποιον ή κάτι… … Dictionary of Greek
Νέα Καληδονία — (Nouvelle Caledonie). Νησί (19.058 τ. χλμ., 222.900 κάτ. το 2003) του νοτιοδυτικού Ειρηνικού ωκεανού, λίγο βορειότερα από τον Τροπικό του Αιγόκερω και σε απόσταση περίπου 1.500 χλμ. από τις ακτές της Αυστραλίας.Είναι υπερπόντιο έδαφος της Γαλλίας … Dictionary of Greek
OVIUM Notae — vel inustae, vel impressae. Calphurnius, nec Brutia desit Dura tibi, et liquidô simul unguine terra memento, Si sont rasa, linas: vivi quoque pondera melle Argenti coquito, lentumque bitumen aheno; Impressurus ovi tua nomina. Et Virg. Georgic. l … Hofmann J. Lexicon universale
άντζαλα — τα 1.ασήμαντα πράγματα 2.φρ. «άντζαλα, μάνταλα, σάνταλα» … Dictionary of Greek
αέρας — Όρος με πολλές ερμηνείες και χρήσεις. Ο άνεμος που δεν είναι πολύ δυνατός. Τo κλίμα ενός τόπου και μεταφορικά το ψυχολογικό κλίμα. Η εξωτερική εμφάνιση, το ύφος, το παρουσιαστικό. Η τόλμη, η αλαζονεία, η αυθάδεια. Έκφραση της ψυχικής διάθεσης. Η… … Dictionary of Greek
ακανθολογία — η (Α ἀκανθολογία) [ἀκανθολόγος] συλλογή, μάζεμα τών αγκαθιών κάποιου φυτού νεοελλ. μτφ. 1. καταγραφή των λαθών που παρουσιάζει ένα γραπτό 2. μικρολογία, απασχόληση με ασήμαντα και περιττά … Dictionary of Greek
ακριδολογώ — [ακριδολόγος] 1. μαζεύω ακρίδες 2. παροιμ. «Η αλεπού είχε αργατειά κι εκείνη ακριδολόγα» (γι’ αυτόν που παραμελεί τις δουλειές του και ασχολείται με ασήμαντα πράγματα) 3. έχω πολύ μικρή σοδειά 4. ματαιοπονώ … Dictionary of Greek
βατταρίζω — (AM βατταρίζω) τραυλίζω νεοελλ. περιφέρομαι άσκοπα εδώ κι εκεί. [ΕΤΥΜΟΛ. Ηχομιμητική λέξη (πρβλ. διπλό ττ ), που θεωρείται ότι ανάγεται σε *bata , ονοματοποιημένο στοιχείο που εκφράζει παιδικό τραύλισμα ή έκπληξη (πρβλ. και λ. βαττολογώ). Το… … Dictionary of Greek
γάλα — Υγρό που εκκρίνεται από τους μαστικούς αδένες των θηλαστικών. Το γ. είναι ένα γαλάκτωμα, δηλαδή νερό με λεπτότατα λιποσφαίρια που περιέχει, εκτός από το λίπος, πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, ένζυμα, άλατα και βιταμίνες. Όλα τα συστατικά αυτά φέρονται… … Dictionary of Greek
γέρρον — γέρρον, το (Α) 1. κάθε αντικείμενο πλεγμένο από ευλύγιστες βέργες, συνήθως λυγαριάς 2. η επιμήκης ασπίδα τών Περσών, σκεπασμένη με δέρμα βοδιού 3. το ψαθωτό τμήμα τής άμαξας 4. η γερροχελώνη, δηλ. πολιορκητική μηχανή σε σχήμα χελώνας… … Dictionary of Greek